Σελίδες

Σάββατο 14 Ιανουαρίου 2012

«Ο εφοριακός»


Το παρακάτω κείμενο δεν είναι ένα διήγημα, αλλά η πρώτη μου έκθεση. Την έγραψα, όταν ήμουνα στο δημοτικό και την ξαναγράφω σήμερα, καθώς συνειδητοποίησα πως από μικρός είχα έφεση στη χιουμοριστική γραφή, αν και τότε είχα προσπαθήσει να γράψω ένα σοβαρό κείμενο, αλλά αν κρίνω από την τότε αντίδραση της αδερφής μου και της μητέρας μου, οι οποίες ξεκαρδιστήκανε, οφείλω να ομολογήσω πως δεν είχα πετύχει το στόχο μου. Σας το παραθέτω, όπως το θυμάμαι.

                                               

Η ώρα είναι 2 τα μεσάνυχτα και ο ύπνος δε με παίρνει, ενώ, ξαφνικά, ακούγεται ένα δυνατό φρενάρισμα έξω από το σπίτι μας. Κοιτάω από το παράθυρο και βλέπω ένα μαύρο αυτοκίνητο. Ανοίγει η πόρτα κι από μέσα βγαίνει ένα κύριος με μαύρο κουστούμι, με μαύρο καπέλο και με μαύρο μπαστούνι. Κατευθύνεται προς το σπίτι μας και χτυπάει το κουδούνι μας. Βγαίνω ανήσυχος από το δωμάτιο μου και ανακαλύπτω πως και οι γονείς μου έχουν ξυπνήσει.
Ο κύριος μπαίνει μέσα και ζητάει να μιλήσει με τον πατέρα μου, ιδιαιτέρως. Μπαίνουνε στο γραφείο του πατέρα και κλείνουνε τις πόρτες για να μην ακούμε τη σημαντική συζήτησή τους. Είμαι στην αγκαλιά της μητέρας μου και την κοιτάω μελαγχολικά, ενώ εκείνη σιγοτραγουδάει, για να με καθησυχάσει:
-«Μη φοβάσαι το κοράκι,
πες πως είναι περιστεράκι,
αλλά, απλώς, κάποιος το έβαψε μαύρο
και ο γάτος του σπιτιού θα το φάει σα γαύρο!».
Κάμποση ώρα φαίνεται να πέρασε, καθώς είχα αποκοιμηθεί από το γλυκό νανουρητό της μειλίχιας, μητρικής φωνής, ενώ εκείνη τη στιγμή με ξύπνησε το απότομο άνοιγμα της πόρτας του γραφείου του πατέρα μου. Πρώτος βγήκε ο εφοριακός και θα το χαρακτήριζα το ύφος του αδιάφορο, αλλά η μεγάλη μου αγωνία ήταν για τον πατέρα μου, ο οποίος δεν είχε φανεί ακόμα και η ανησυχία μου διογκωνότανε. Ήταν, άραγε κάποιο οικονομικό πλήγμα ή ήταν κάποιο λάθος της εφορίας; Το παιδικό μυαλό μου δε μπορούσε ν’ αποφανθεί. Δεν πέρασε πολύς χρόνος κι ακούστηκε από μέσα ο πατέρας μου:
-«Ξεχάσατε το καπέλο σας!».
-«Σας ευχαριστώ!» κι ένα μειδίαμα εκφράστηκε στο πρόσωπο του εφοριακού κι ο πατέρας μου ανταπέδωσε με ένα πλατύ χαμόγελο. Ο εφοριακός έφυγε και ο πατέρας μου μας είπε πως δεν αφορούσε κάτι το σοβαρό η επίσκεψη του εφοριακού, αλλά, απλώς, έπρεπε να φέρει ένα έγγραφο, το οποίο ήταν απαραίτητο για να πραγματοποιήσει τη φορολογική του δήλωση. Έπειτα, ξαπλώσαμε πάλι στα κρεβάτια μας και το βράδυ συνεχίστηκε ατάραχα και με γλυκά όνειρα.

                                                Τέλος.

Σημείωση του συγγραφέα: Κάποια κομμάτια αλλαχτήκανε για να γίνει πιο ελκυστικό το κείμενο, όπως, φυσικά, η προσθήκη του νανουρητού της μητέρας μου, που στην πραγματικότητα η φωνή της μητέρας μου είναι ιδανική για ξυπνητήρι!

Μοσχόπουλος Γεράσιμος Πρωτογράφτηκε: Κάποτε, όταν ήμουνα στο δημοτικό.
Ξαναγράφτηκε: 18/10/11 23:56 μμ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου