Σελίδες

Δευτέρα 13 Φεβρουαρίου 2012

"Ο Κύριος Αργύρης"


Ο κυρ Αργύρης είναι ένας μεσόκοπος, μεροκαματιάρης, ο οποίος με το ζόρι τα βγάζει πέρα κι αυτή τη στιγμή, που μιλάμε, τον φωνάζει η σύζυγός του:
-«Αργύρη, πότε θα πας για τα ψώνια; Σε μια ώρα θα κλείσουν οι υπεραγορές!».
-«Πάλι ψώνια Καιτούλα μου; Χθες ψωνίσαμε! Κάνε και λίγο κράτη!».
-«Αντρούλη μου, μόνο ντομάτες έχει το ψυγείο! Τι μπορώ να φτιάξω με ντομάτες;».
-«Ξέρω ‘γω βρε γυναικούλα μου; Φτιάξε ντομάτες γεμιστές».
-«Και το ρύζι έχει τελειώσει!».
          Τι να κάνει ο Αργυρούλης. Το παίρνει απόφαση και σηκώνεται να πάει. Είχε φτάσει στη συνοικιακή υπεραγορά και χάζευε την τιμή στις πιπεριές, καθώς του φαινότανε κάτι παράξενο και, μεταξύ μας, έψαχνε αφορμή για να γκρινιάξει:
-«Ρε Μανώλη, τι τιμή είναι αυτή; 3,99 το κιλό; Γιατί δεν το βάζετε τέσσερα ευρώ να ησυχάσουμε όλοι;». Κι ο μανάβης απαντά αποστομωτικά:
-«Σάμπως θα μας σώσει το 1 λεπτό κυρ Αργύρη μου; Θα σου βάλω μια πιπεριά παραπάνω για να με θυμάσαι, όταν θα τρως την χωριάτική σου σαλάτα με την οικογένειά σου!».
Ο κυρ Αργύρης σκέφτηκε:
-«Την παλιόφατσά σου θα θυμάμαι, όταν θα είμαι σπίτι μου; Δεν είσαι καλά!», αλλά απάντησε:
-«Να ‘σαι καλά Μανώλη μου! Πάντα μας σκέφτεσαι!». Ένας άλλος πελάτης μπαίνει στην κουβέντα:
-«Άκουσα τι συζητάγατε πριν λίγο κι επειδή ξέρω γιατί βάζουν την τιμή με αυτόν τον τρόπο, θα σας το εξηγήσω. Είναι σεξουαλικό υπονοούμενο, αφού τα δύο ενιάρια συμβολίζουν δύο σώματα ξαπλωμένα, το ένα πίσω από το άλλο!». Ο κυρ Αργύρης βάζει τα γέλια και προσθέτει:
-«Ώστε έτσι Μανώλη μου; Σκέφτεσαι τις τρυφερές μας στιγμές; Δεν μας φτάνει η πίεση και το ζάχαρό μας, θα ζαχαρωνόμαστε με την σύζυγό μας σε αυτήν την ηλικία!». Ο άγνωστος πελάτης, όμως, διαφωνεί:
-«Εγώ πιστεύω πως όλες οι ηλικίες έχουν δικαίωμα στον έρωτα!», μα ο Μανώλης δίνει πάλι μια τελειωτική απάντηση:
-«Εύκολα το λες εσύ παιδί μου, αφού είσαι νέος! Όταν μπεις στα πενήντα, έλα να με βρεις για να μου το πεις πάλι!». Εκείνη τη στιγμή ένα απροσδόκητο τηλεφώνημα χτυπά στο κινητό του κεντρικού ήρωά μας, ο οποίος απαντά:
-«Παρακαλώ;».
-«Είστε ο κύριος Αργύρης Χρέογλου;».
-«Ναι, ο ίδιος. Ποιος με ζητάει;».
-«Λέγομαι Αχιλλέας Ευκαιρόπουλος κι είμαι εκπρόσωπος της τράπεζας …». Σε αυτό το σημείο ο συγγραφέας διακόπτει την αφήγηση, καθώς είναι  βασικό για αυτόν να επισημάνει πως δεν αναφέρει το όνομα της τράπεζας, αφού δεν του αρέσουν οι γκρίζες διαφημίσεις κι εφόσον καμία τράπεζα δεν είναι χορηγός του παρόντος διηγήματος, γι’ αυτό το λόγο το όνομα της τράπεζας δεν αναφέρεται. Συγγνώμη γι’ αυτή τη διακοπή και τώρα επιστρέφουμε στην ιστορία μας:
-«…Σας παίρνω τηλέφωνο κύριε Χρέογλου, καθώς είστε ο τυχερός νικητής της κλήρωσής μας! Έχετε ένα καταθετικό λογαρισμό με 0.45 ευρώ και κληρωθήκατε ανάμεσα από όλους τους πελάτες της τράπεζάς μας για να κερδίσετε το ποσό των 1.000.000 ευρώ!».
-«Μήπως είναι καμιά φάρσα;» απαντά με καχύποπτο ύφος ο Αργυρούλης, αλλά ο Ευκαιρόπουλος επιμένει:
-«Φυσικά κι όχι κύριε Χρέογλου! Απλώς, έχουμε ένα απαράβατο όρο, ο οποίος είναι να διαφημίσετε την τράπεζά μας σε μια αποκλειστική συνέντευξη, η οποία θα λάβει χώρα σε μια εβδομάδα στο δίαυλο κοινωνικής ενημέρωσης, «Το σούσουρο» και φυσικά στην εκπομπη «Καφές με την Μελπωμένη». Δέχεστε αυτούς τους όρους;».
Ο κυρ Αργύρης σκέφτεται:
-«Εγώ ξέρω πως οι τράπεζες έχουν το διάολο μέσα τους και δεν χαρίζουν έτσι λεφτά, αλλά ας πάω με τα νερά του, καθώς ποτέ δεν ξέρεις», μα τελικώς απαντά:
-«Ναι, φυσικά! Το συζητητάτε;».
-«Ωραία, θα σας ξαναπάρω αύριο για τις λεπτομέρειες. Σας χαιρετώ!».
Ο κυρ Αργύρης έκλεισε το τηλέφωνο κι αφού έκανε τα ψώνια του, γύρισε σπίτι για να ανακοινώσει στη γυναίκα τα χαρμόσυνα νέα.

                                                ***
-«Γυναίκα μου, που να στα λέω! Κερδίσαμε 1.000.000 ευρώ!». Μα για το θηλυκό πλάσμα η γκρίνια είναι συνηφασμένη σε όλες τις εκφράσεις του, οπότε διατυπώνει την εξής ερώτηση:
-«Έπαιξες πάλι τζόκερ, τζογαδόρε;»
-«Όχι!».
-«Μήπως έπαιξες λόττο;».
-«Όχι!».
-«Εμ, τι στο καλό έκανες;».
-«Θυμάσαι εκείνο το ξεχασμένο λογαριασμό, όπου είχα κάτι ψίχουλα μέσα και μου γκρίνιαζες να τα βγάλω, καθώς δεν πρέπει να χαρίζουμε τίποτα στις τράπεζες;». Επιπλέον, η μνήμη της γυναίκας είναι πάντα επιλεκτική:
-«Θυμάμαι πως είχες ένα μηδαμινό ποσό, αλλά όχι τα παράπονα, που αναφέρεις!».
-«Τέλος πάντων, δεν έχει σημασία αυτό. Έγινε κάποια κλήρωση και κερδίσαμε 1.000.000 ευρώ! Δε θα χρειάζεται πλέον ούτε να δουλεύουμε, ούτε να ανησυχούμε για τίποτα!». Κάποιες φορές, βεβαίως, τα θηλυκά εκδηλώνουν την αγάπη τους με όλο τους το πάθος και ειδικά όταν έχεις φέρει στο σπίτι 1.000.000 ευρώ! Συνεπώς, η σύζυγος του Αργύρη τον αγκαλιάζει και τον φιλάει, λέγοντάς του ταυτόχρονα:
-«Δε σε αγαπάω για τυχαίο λόγο, αντρούλη μου!» κι ο προαναφερθέντας ανταπαντά:
-«Τυχαίο; Δε νομίζω!».
                                                *** 
Η επόμενη μέρα είχε έρθει και όντως ο κύριος Ευκαιρόπουλος επικοινώνησε με τον κυρ Αργύρη, ο οποίος, αφού τελείωσε με τα γραφειοκρατικά, πήρε την επιταγή στα χέρια του και την κατάθεσε στον ίδιο λογαριασμό με αυτόν, που κέρδισε την κλήρωση, για καλό γούρι φυσικά. Οι μέρες περνούσανε και η οικογένεια Χρέογλου είχε ξεκινήσει να ξοδεύει το υπέρογκο ποσό, όσο βέβαια μπορείς να ξοδέψεις από δαύτο. Η μια βδομάδα είχε σχεδόν εκπνεύσει και ο κύριος Ευκαιρόπουλος τηλεφώνησε τον Αργύρη για να του υπενθυμίσει την υποχρέωσή του για τη διαφήμιση της τράπεζας στην τηλεοπτική εκπομπή. Το τηλέφωνο του Αργύρη χτυπάει και ο ίδιος το σηκώνει:
-«Τι κάνετε κύριε Ευκαιρόπουλε;».
-«Καλά κύριε Χρέογλου. Εσείς;».
-«Μια χαρά. Θα μπορούσα κι αλλιώς;».
-«Χαίρομαι, καθώς αυτόν τον ενθουσιασμό πρέπει να δείξετε κι αύριο στην πρωινή εκπομπή της Μελπωμένης. Δε θα έχετε κανένα πρόβλημα, έτσι;».
Ο Αργυρούλης ήθελε να πει πραγματικά:
-«Τώρα τα βρήκαμε από κούπες!», αλλά τελικώς απάντησε:
-«Φυσικά, φυσικά! Μείνετε ήσυχος!».
-«Ωραία! Θα τα πούμε αύριο στις δέκα το πρωί!» είπε ο Χρέογλου κι έκλεισε το τηλέφωνο.
                                                ***  
Η ώρα είναι 09:37 και βρισκόμαστε στο καμαρίνι της Μελπωμένης, μέσα στο οποίο βρίσκεται και η προσωπική της βοηθός, η οποία μιλάει βαριεστημένα, ενώ η Μελπωμένη κοιτιέται στο καθρέφτη:
-«Λοιπόν, κυρία Μελπωμένη το πρώτο θέμα είναι με τον κωλόφαρδο , τον Χρέογλου, που κέρδισε τα 1.000.000 ευρώ, μετά θα έρθει η δήθεν μαγείρισσα, η  Καλλιόπη και θα φτιάξει ένα κοτόπουλο με κρέμα γάλακτος, γεμιστό με παπαρδέλες…ε όχι γεμιστό με παπαρούνες. Πρέπει να το δοκιμάσετε και να πείτε:
-«Πάλι έκανες το θαύμα σου Αντιλόπη…ε λάθος Καλλιόπη. Με παρακολουθείτε κυρία Μελπωμένη;». Η Μελπωμένη, όμως, ήταν αφοσιωμένη στο είδωλό της κι έτσι απαντά:
-«Νομίζεις πως πρέπει να μικρύνω το στήθος μου;».
-«Κυρία Μελπωμένη κάποιες γυναίκες θα σκότωναν για να είχαν το στήθος σας!».
-«Δε χρειάζετε να με γλείφεις, καθώς ο Αλέξανδρος μου είπε πως είναι πολύ μεγάλο».
-«Εχμ, καλά συνεχίζω. Μετά θα έρθουν τα αμφιβόλου ηθικής ποιότητας μανεκέν, για την επίδειξη μόδας του κύριου Αστεράκη και, τέλος, ο γνωστός διατροφολόγος, Κώστας Λιπόπουλος, ο οποίος θα παρουσιάζει την έρευνά του, που αφορά στο πως η κρέμα γάλακτος με υψηλά λιπαρά είναι υπεύθυνη για καρδιαγγειακές παθήσεις».
-«Καλά μη με κουράζεις με τις λεπτομέρειες. Έτσι κι αλλιώς, το ξέρουν όλοι πως τα χειρίζομαι περίφημα τα θέματα. Πήγαινε και ειδοποίησέ με δυο λεπτά πριν βγούμε στον αέρα, αλλά όχι στο ενάμιση λεπτό, όπως την προηγούμενη φορά!». Η βοηθός ήθελε πραγματικά να πει:
-«Σου εύχομαι να μικρύνουν τα στήθη σου και να γίνουν όσο και το μέγεθος του μυαλού σου!», αλλά τελικώς επιλέγει μια πιο χαριτωμένη έκφραση:
-«Βεβαίως κυρία Μελπωμένη. Μείνετε ήσυχη!». Η Μελπωμένη έχει μείνει μόνη της μέσα στο δωμάτιό της και σκέφτεται:
-«Να κάνω λίγες τεχνικές χαλάρωσης, για να είμαι πιο αποδοτική; Για να δω, τι ώρα είναι; Είναι 09:48. Πιστεύω έχω λίγο χρόνο ακόμη, για να κοιταχτώ στο καθρέφτη!».
                                                ***  
Η ώρα είναι, πλέον, 09:59 και η μεγάλη στιγμή έχει φτάσει, καθώς η Μελπωμένη με τον κυρ Αργύρη έχουν στηθεί μπροστά από τις κάμερες και σε μερικά δευτερόλεπτα θα είναι στον αέρα. Ο Ευκαιρόπουλος είναι κι αυτός εκεί και τείνει τον αντίχειρά του προς τα πάνω, ενώ τα υπόλοιπα δάχτυλα είναι σε γροθιά και ψιθυρίζει:
-«Δείξτε ενθουσιασμό! Τρελάνετέ τους! Να σας ζηλέψουν!». Ο Αργύρης μειδιάζει και κατευνάζει θετικά. Ο οπερατέρ φωνάζει:
-«3,2,1, είμαστε στον αέρα!». Το πλάνο και ο λόγος πάει στην Μελπωμένη, η οποία μιλάει, λάμποντας:
-«Καλημέρα σας κυρίες και κύριοι. Σας υποδέχομαι στην πρωινή εκπομπή του «Σούσουρου», του κοινωνικού δίαυλου, όπου μαθαίνετε τις ειδήσεις πριν αυτές προλάβουν να συμβούν…!!!». Εν τω μεταξύ, στο πάνελ, οι υπεύθυνοι μετάδοσης συζητούν μεταξύ τους:
-«Τι λέει αυτή η ανόητη πάλι; Θα μας κάψει! Βρε Μήτσο πες από το μικρόφωνο να κόψει κάτι!». Η Μελπωμένη, όμως, συνεχίζει ακάθεκτη:
-«Έχουμε σε αποκλειστικότητα τον κύριο Αργύρη Χρέογλου, τον άνθρωπο, που κέρδισε 1.000.000 ευρώ, χωρίς να κάνει απολύτως τίποτα! Ας τα ακούσουμε τα πράγματα κι από τον ίδιο. Αργύρη. Μπορώ να σε λέω Αργύρη;».
-«Φυσικά».
-«Ωραία. Είναι αλήθεια πως είσαι ο μεγάλος τυχερός της κλήρωσης των καταθετικών λογαριασμών και κέρδισες, ενώ είχες μόλις 0.45 ευρώ στο λογαριασμό σου;».
-«Εχμ, ναι κάπως έτσι είναι».
-«Πολύ συγκρατημένος είσαι Αργυρούλη. Δεν ακούγεσαι ενθουσιασμένος. Μήπως πρέπει να σου δώσει κι άλλα η τράπεζα;».
-«Ε, όχι βέβαια. Δεν το νομίζω».
-«Μήπως είσαι τρακαρισμένος;».
-«Ούτε αυτό».
-«Εμ τότε τι είναι αδερφάκι μου; Μας έσκασες!».
-«Να, μπορεί όντως να είμαι ο τυχερός, που κέρδισε τα 1.000.000 ευρώ, αλλά καταρχήν να πω πως είχα κάτι χρέη. Περίπου 150.000 ευρώ».
-«Παρόλο αυτό το χρέος, σου έμεινε μπόλικο μπικικίνι! Έτσι δεν είναι;».
-«Μη βιάζεσαι, το υπόλοιπο είναι περίπου 850.000 ευρώ, αλλά είχε χρέος και ο αδερφός της γυναίκας μου και τι να κάνουμε το αίμα νερό δε γίνεται, οπότε το μπικικίνι, όπως το είπατε, μειώθηκε στις 600.000 ευρώ. Επιπλέον, η κόρη μου θα σπουδάσει στην Αμερική κι έπρεπε να προπληρώσουμε τα δίδακτρα και είναι άλλα 100.000 ευρώ, αν υπολογίσουμε και τα έξοδα που θα κάνει εκεί για τα επόμενα τέσσερα χρόνια. Επίσης, ο γιος μου τελείωσε τις σπουδές του στην επαρχία και ήθελε να ανοίξει γραφείο εκεί, οπότε πάμε άλλες 250.000 ευρώ κάτω, αφού αγοράσαμε επαγγελματική στέγη και την επιχείρηση φυσικά. Μέχρι τώρα μας έχουν μείνει 250.000 ευρώ, αν τα βλέπουμε στρογγυλά τα ποσά, όπως μου αρέσουνε. Στη συνέχεια, η ανιψιά της γυναίκας μου παντρεύτηκε κι επειδή το μάθανε οι συγγενείς, πως έχουμε κερδίσει αυτό το υπέρογκο ποσό, ήταν ανέφικτό να αποφύγουμε τα έξοδα του γάμου, ο οποίος ήταν πολυτελέστατος και στοίχισε περίπου 100.000 ευρώ. Άλλωστε μια φορά παντρέυεται το κορίτσι, όπως λέει και η γυναίκα μου, αλλά μακάρι να μην το έλεγε. Μας έχουν μείνει 150.000 ευρώ, τα οποία τα ξόδεψα στο καζίνο, καθώς έχω κάτι μικροεξαρτησούλες στο τζόγο. Δεν είναι τίποτα το σπουδαίο. Είμαι περιστασιακός παίχτης.Βασικά αυτά. Όπως, καταλάβατε έχω μείνει πάλι με το μισθούλη μου, οπότε δε χρειάζετε να με ζηλεύετε κι αυτό που κατάλαβα από όλη αυτήν την εμπειρία είναι πως εκτός από τις τράπεζες και τα λεφτά έχουν το διάολο μέσα τους! Μπορώ να προσθέσω πως ξοδεύονται πολύ εύκολα;».
Έτσι ο κυρ Αργύρης συνέχισε την τυπική ζωή του και αυτοί οι διαγωνισμοί του τύπου ελάτε στην τράπεζά μας, καθώς μπορεί να κερδίσετε τρελά ποσά κατέρρευσαν, μετα από αυτή τη συνέντευξη. Επιπλέον ο Ευκαιρόπουλος έχασε τη δουλειά του. Ζήσανε αυτοί κακά κι εμείς χειρότερα!

2 σχόλια:

  1. Στην τελική........ούτε καταθέσεις είναι να έχεις την σήμερον ημέρα, ούτε τύχη για να κερδίζεις λεφτά αχαχαχαχαα γιατί πάντοτε βρίσκονται τρύπες για να γεμίσεις και να μείνεις ταπί :))

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Μπράβο Αλίκη μου! Βλέπω ότι την διάβασες την ιστορία και μπήκες στο νόημα!;-)

      Διαγραφή