Με αυτό το ποίημα προσπαθώ να αποδεσμευτώ από την μοιρολατρική μου αντίληψη, αλλά η μοίρα μπορεί να συμβολίζει πολλά πράγματα. Το ίδιο ισχύει και για τον κήπο της Εδέμ. Επιπλέον, βλέπω την αντιμετώπιση της ζωής σα μια παρτίδα πόκερ, όπου σε αντίθεση με το σκάκι, δεν κυριαρχεί η λογική και τα όπλα του αντιπάλου δεν είναι φανερά.
Η μοίρα μου κι εγώ παλέψαμε για πόσα χρόνια,
με πανουργία πολεμά σαν μία υποχθόνια.
Τον έσχατο καιρό την βρίσκω μοναχά στον ύπνο,
κοιμήθηκε σοφά από τον Μορφέα δίχως οίκτο.
Μα παίζω πόκερ με τις μοίρες στο ζενίθ να φτάσω,
αιώνια ζωή μια και για πάντα ν' αγκαλιάσω.
Βρισκόμαστε στον τελευταίο γύρο της παρτίδας,
ισχνά χτυπά και η καρδιά της μάχιμης ελπίδας.
Η Άτροπος μιλά και μια ζωή απλά ποντάρει,
Κλωθώ και Λάχεσις καλούν, το ποτ σκληρά πρεσάρει,
το στοίχημα μεγάλο, δύσκολο να πάω πάσο,
συνειδητά πια, τα ρισκάρω όλα και ας χάσω.
Βρισκόμαστε στο γύρο της επίδειξης των φύλλων,
έχω τη συμπαράσταση των πιο στενών μου φίλων,
η Άτροπος χαμογελά, αφού κατέχει ρέντα,
προσθέτοντας: -"Θαυμάστε την βασιλική μου κέντα!".
Αμέσως η Κλωθώ λαμβάνει την βαριά σκυτάλη,
έχει στον άσσο φλος, θαρρεί πως μ' έκανε ρετάλι.
Η Λάχεσις ακάθεκτη με φόρα συνεχίζει,
με φουλ του ρήγα μ' άσσους νιώθει πως με κολατσίζει.
Πριν δείξω τα χαρτιά μου, τις μιλώ κομψά, με γλύκα:
-"Είστε τρεις όμορφες, λεπτές κυρίες δίχως προίκα,
δε θα σας παντρευτώ, μα θα σας πάρω τις πυτζάμες,
έχω χαρέμι με τις τέσσερις πιο κούκλες ντάμες!".
Δεχτήκανε αδίστακτα την ήττα τους οι Μοίρες,
στρίβω γωνία ίσα μ' εκατόν ογδόντα μοίρες,
το νήμα μου χρυσό και άφθαρτο σαν το διαμάντι,
πέρασα άθικτος κι από την κόλαση του Δάντη
κι άγγιξα του μυστηριώδη ουρανού τ' αστέρια,
στον κήπο της Εδέμ, μεστώνω σαν τα τζιβαέρια.
Μοσχόπουλος Γεράσιμος 30/06/12 17:50.
Η μοίρα μου κι εγώ παλέψαμε για πόσα χρόνια,
με πανουργία πολεμά σαν μία υποχθόνια.
Τον έσχατο καιρό την βρίσκω μοναχά στον ύπνο,
κοιμήθηκε σοφά από τον Μορφέα δίχως οίκτο.
Μα παίζω πόκερ με τις μοίρες στο ζενίθ να φτάσω,
αιώνια ζωή μια και για πάντα ν' αγκαλιάσω.
Βρισκόμαστε στον τελευταίο γύρο της παρτίδας,
ισχνά χτυπά και η καρδιά της μάχιμης ελπίδας.
Η Άτροπος μιλά και μια ζωή απλά ποντάρει,
Κλωθώ και Λάχεσις καλούν, το ποτ σκληρά πρεσάρει,
το στοίχημα μεγάλο, δύσκολο να πάω πάσο,
συνειδητά πια, τα ρισκάρω όλα και ας χάσω.
Βρισκόμαστε στο γύρο της επίδειξης των φύλλων,
έχω τη συμπαράσταση των πιο στενών μου φίλων,
η Άτροπος χαμογελά, αφού κατέχει ρέντα,
προσθέτοντας: -"Θαυμάστε την βασιλική μου κέντα!".
Αμέσως η Κλωθώ λαμβάνει την βαριά σκυτάλη,
έχει στον άσσο φλος, θαρρεί πως μ' έκανε ρετάλι.
Η Λάχεσις ακάθεκτη με φόρα συνεχίζει,
με φουλ του ρήγα μ' άσσους νιώθει πως με κολατσίζει.
Πριν δείξω τα χαρτιά μου, τις μιλώ κομψά, με γλύκα:
-"Είστε τρεις όμορφες, λεπτές κυρίες δίχως προίκα,
δε θα σας παντρευτώ, μα θα σας πάρω τις πυτζάμες,
έχω χαρέμι με τις τέσσερις πιο κούκλες ντάμες!".
Δεχτήκανε αδίστακτα την ήττα τους οι Μοίρες,
στρίβω γωνία ίσα μ' εκατόν ογδόντα μοίρες,
το νήμα μου χρυσό και άφθαρτο σαν το διαμάντι,
πέρασα άθικτος κι από την κόλαση του Δάντη
κι άγγιξα του μυστηριώδη ουρανού τ' αστέρια,
στον κήπο της Εδέμ, μεστώνω σαν τα τζιβαέρια.
Μοσχόπουλος Γεράσιμος 30/06/12 17:50.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου