Πέμπτη 20 Μαρτίου 2014

Three Amiable Friends Met:A poem by Jerry Moschopoulos.

Three amiable friends met
And confessed their stories,
They narrated with sagacity
Describing blooded dreams of barbarians,
Shells of seductive sirens
And adamantine bridges.
The first one recites about the annihilation
Of human from his fellowman:
-“I was a marshal in glorious front lines,
I knew ambitious generals,
They captured epic tribes,
The only won loots was the pandemonium of preys
And the unbounded darkness of the abyss,
The unique defeater in war is war itself”.
The second one recounts falling in love like a pigeon,
That Aphrodite’s insobriety sweetens like the red wine,
But only the wisest are aware of profound love:

-“In many harbors I buried the memory of the sea,
On every new journey my ship was reconstructed
As Phoenix is being reborn from his ashes,
But I never felt Ithaca’s affection”.
The third one preaches about friendship,
He refers to fellowship as an everlasting value:
-“As God created us out of dust,
And as long as humans will be embosomed
Into earth’s innards,
People will embrace one another
Like a part of their soul”.
Like knights and hunters of chimeras,
They raised their crystal glasses
And they were breastfed by their hopeful visions.
They were pledged by their oath,
That they will irrigate their companionship
Like an amaranthine breath
And none of them will kiss bitterly the truth
Like Judas Iscariot.


Gerasimos Moschopoulos

It was first published here

Μετάφραση:



«Τρεις εγκάρδιοι φίλοι συναντήθηκαν»



Αφιερωμένο σε δύο παλιούς φίλους. Είθε η ποίηση να εξωραΐζει το χθες, το σήμερα και το αύριο…



Τρεις εγκάρδιοι φίλοι συναντήθηκαν

κι εξομολογήθηκαν τις ιστορίες τους,

αφηγήθηκαν με βαθύνοια

για ματωμένα όνειρα βαρβάρων,

για κοχύλια θελκτικών σειρήνων

και για διαμαντένιες γέφυρες.

Ο πρώτος διηγείται για τον αφανισμό

του ανθρώπου απ’ τον συνάνθρωπό του:

-«Στρατηλάτης ήμουν σε μεγαλειώδη μέτωπα,

γνώρισα φιλόδοξους στρατηγούς,

κυρίευσαν επικές φυλές,

τα μόνα κερδισμένα λάφυρα

ήταν το πανδαιμόνιο θηραμάτων

και το απέραντο σκοτάδι της αβύσσου,

ο μοναδικός νικητής στον πόλεμο

είναι ο ίδιος ο πόλεμος».

Ο δεύτερος κρένει για τον έρωτα και την αγάπη,

πως το μεθύσι της Αφροδίτης γλυκίζει σαν το κόκκινο κρασί,

μα ν’ αγαπούν βαθιά ξέρουν μονάχα οι σοφοί:

«Σε πολλά λιμάνια λησμόνησα τη θάλασσα,

σε κάθε καινούργιο μου ταξίδι το καράβι μου ναυπηγήθηκε ξανά

σαν τον Φοίνικα, που αναγεννιέται απ’ τις στάχτες του,

μα την Ιθάκη της στοργής δεν την αντάμωσα ποτέ».

Ο τρίτος κηρύττει για τη φιλία,

την αναγάγει σαν μια παντοτινή αξία:

«Όσο ο Θεός μας πλάθει από χώμα

κι όσο η Γη μας εγκολπώνει στα σπλάχνα της,

οι άνθρωποι θα ενστερνίζονται ο ένας τον άλλο

σαν κομμάτι της ψυχής τους».

Σαν χιμαιροκυνηγοί ιππότες

ύψωσαν τα κρυστάλλινα ποτήρια τους

και θηλάστηκαν απ’ τα ελπιδοφόρα οράματά τους.

Με όρκο δεσμεύθηκαν,

πως θα ποτίζουν τη συντροφιά τους σαν αμάραντη ανάσα

και κανείς τους δεν θα πικροφιλήσει την αλήθεια

σαν τον Ιούδα, τον Ισκαριώτη.



Γεράσιμος Μοσχόπουλος 25/11/2012  23:58μμ.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου