Τα Χριστούγεννα επρόκειτο να έρθουν κι Άγιος Βασίλης
έφτιαχνε τα ίδια παιχνίδια με τους προηγούμενους χρόνους. Γι’ αυτό το λόγο,
ένιωθε βαρετά τον τελευταίο καιρό. Θα μπορούσε να πει κανείς σχεδόν
καταθλιπτικά. Εκείνη την ώρα διάβαζε ένα γράμμα από ένα παιδάκι, το οποίο
έγραφε:
-«Αξιαγάπητε Άγιε,
Όπως θα ξέρεις άλλωστε, εγώ είμαι ένα πολύ καλό παιδάκι, που τρώει όλο
το φαί του και διαβάζει τα μαθήματά του. Μάλιστα, είμαι τόσο καλό, που δε θέλω
δώρο για τον εαυτό μου, αλλά για την μικρή μου αδερφή, που είναι ενός έτους…».
Σκέφτηκε ο Άγιος:
-«…Η αδερφή μου θέλει ένα στρατιωτάκι μεταλλαγμένο, που να μεταμορφώνεται
σε εξωγήινο. Το γνωρίζω, καθώς μπορεί η πρώτη λέξη της αδερφής μου να ήταν
μαμά, αλλά εγώ νοιάζομαι πραγματικά για αυτήν και την αγαπώ, οπότε ξέρω
καλύτερα από αυτήν τι θέλω!
Δικός σου,
Βασιλάκης!
Υστερόγραφο: Είμαστε και συνονόματοι δικέ μου! Πρέπει να πάρεις στην
αδερφή μου το δώρο!».
Ο Αγιότατος αναρωτιότανε
από μέσα του:
-«Χμ, πολύπλοκο δώρο. Θα έπρεπε
να κάνω τεχνολογικά σεμινάρια πάνω στα
εξελιγμένα παιχνίδια, αλλά κατά τα ψέματα, βαριέμαι που ζω, οπότε απλώς θα
καταχωρήσω το παιδάκι στη λίστα των κακών και ξεμπερδέψαμε. Ίσως, πάρει δώρο
του χρόνου. Ειδικά αν μου ζητήσει ένα ελαφάκι ή μια κουκλίτσα για την αδερφή
του. Αυτά ξέρω να τα κάνω καλά!».
Εκείνη τη
στιγμή, μπήκε μέσα στο δωμάτιό του ο Φρέντι, ο αρχηγός των ξωτικών, φέρνοντας
την αλληλογραφία των μικρών παιδιών:
-«Άγιε Βασίλη, σου έφερα καινούργια γράμματα από τους μικρούς μας
φίλους!».
-«Χμ, μάλιστα. Άσε τα εκεί με τα υπόλοιπα, Φρέντι». Τα «υπόλοιπα» ήταν
δέκα στοίβες με γράμματα. Ο Φρέντι θορυβήθηκε από την αντίδραση του Άγιου
Βασίλη, καθώς περίμενε μια αντίδραση του τύπου:
-«Χο,χο! Επιτέλους, ήρθαν κι
άλλα γράμματα από τους εκλεκτούς κι άγουρους φίλους μας!».
Έτσι, ανησύχησε ο Φρέντι,
διατυπώνοντας την παρακάτω ερώτηση:
-«Τι έχεις Άγιε Βασίλη μου; Δε σε ακούω καλά!».
-«Δεν ξέρω. Έχω βαρεθεί να κάνω τα ίδια και τα ίδια. Διαβάζω γράμματα
από μικρά παιδάκια από τότε, που θυμάμαι τον εαυτό να κάνει αυτή τη δουλειά,
δηλαδή από τη δεκαετία του ‘30».
-«Δουλειά το λέτε Άγιε; Λειτούργημα θα το έλεγα εγώ!».
-«Όπως και να το πεις, η αλήθεια είναι πως έχω κουραστεί! Δεν έχω όρεξη
να φτιάξω ελαφάκια ή αρκουδάκια ή αυτοκινητάκια!».
-«Αυτό είναι σοβαρό Άγιε μου. Πιστεύω πως πρέπει να πας σε έναν
ψυχοθεραπευτή, καθώς όλοι στην Αμερική το κάνουνε. Αυτοί κάτι θα ξέρουν».
-«Ναι, έχεις δίκιο».
-«Πιστεύω, μόνο και μόνο που συνειδητοποιείς το πρόβλημα, είναι το μισό
βήμα για την ίαση. Μόνο, μην αποκαλύψεις στον ειδικό ψυχικής υγείας την
πραγματική σου ταυτότητα!».
-«Θα αποκαλύψω τα απολύτως αναγκαία!».
***
Βρισκόμαστε στο γραφείο του ψυχοθεραπευτή Τζον, καθώς ο Άγιος Βασίλης
έκλεισε το ραντεβού σύντομα, ώστε να αναρρώσει λίαν συντόμως. Αφού τελείωσαν οι
διαδικαστικές χαιρετούρες, ο Τζον ήθελε να μάθει περισσότερα για τον Δωροποιό
των μικρών παιδιών:
-«Ποιο είναι το πλήρες όνομά σας;».
-«Εχμ, Βασίλης Νικόλαος».
-«Τι δουλειά κάνετε;».
-«Διευθύνω ένα εργοστάσιο παιχνιδιών».
-«Έχετε μεγάλο προσωπικό;».
-«Δεν είναι μόνο προσωπικό, είναι μια μεγάλη οικογένεια, που
αποτελείται από πολλά ώριμα μικροκαμωμένα παιδιά και κάποια ζώα, που είναι
προικισμένα με κάποιες ιδιότητες».
-«Δηλαδή, έχετε και φάρμα;».
-«Κάπως έτσι».
-«Μια οικογένεια χρειάζεται και μια σύντροφο, έτσι δεν είναι;».
-«Η αλήθεια είναι πως έβαλα σε προτεραιότητα την δουλειά μου. Δεν είχα
χρόνο για τίποτα άλλο».
-«Μα καταλαβαίνετε πως όταν διοικείτε μια τεράστια επιχείρηση μόνος
σας, αυτό αποτελεί στρεσογόνο παράγοντα από μόνο του».
-«Ήταν το μεράκι μου, αλλά τώρα τελευταία έχει καταντήσει ρουτίνα».
-«Μα ναι, είναι φυσικό. Πόσα χρόνια κάνετε αυτή τη δουλειά;».
-«Από το 1931! Και είμαι περήφανος για αυτό!».
-«Και καλά κάνετε! Πιστεύω ήρθε η εποχή να χαλαρώσετε και να αφήσετε
κάποιον άλλον να πάρει τα ηνία. Κάποιον, ίσως, που θα φέρει άλλον αέρα στη
δουλειά! Έχετε μια ηλικία, που σας προστάζει να ξεκουραστείτε!».
-«Μα ό,τι έκανα μέχρι τώρα ήταν αυτό, που ξέρω να κάνω!».
-«Κύριε Βασίλη και η τρίτη ηλικία έχει τις χάρες της. Βρείτε κάποιο
χόμπι. Πηγαίνετε κάποιο ταξίδι. Το βασικό είναι να χαλαρώσετε!».
-«Αυτό ήταν; Τελειώσαμε;».
-«Όχι βέβαια, πρέπει να με βλέπετε σε εβδομαδιαία βάση! Πρέπει να
ολοκληρώσουμε ένα κύκλο συνεδριών για να είμαστε σίγουροι πως η ζωή σας θα
αποχτήσει τη γλυκιά γεύση, που είχε και πριν!».
-«Σαν μελομακάρονο!».
-«Η αλήθεια είναι πως όχι, καθώς θα πρέπει να μπείτε σε μια συστηματική
διατροφή και καθημερινή άσκηση!».
-«Το πρόγραμμα μου θα αλλάξει πολύ».
-«Οι αλλαγές είναι απαραίτητες. Ίσως και για λίγο καιρό είναι
απαραίτητη και κάποια φαρμακευτική αγωγή για την αντιμετώπιση της κατάθλιψης».
-«Δηλαδή αρχίζω το πρόζακ;».
-«’Όχι, βέβαια, υπάρχουν πιο σύγχρονα αντικαταθλιπτικά, όπως το
ζολόφτ!».
Ο ψυχοθεραπευτής και συνάμα γιατρός έγραψε μια συνταγή και την έδωσε
στον Βασίλη κι εκείνος έφυγε και κατευθύνθηκε προς το «εργοστάσιο» παιχνιδιών
του, που ήταν και σπίτι του.
***
Ο μεγάλος δωροποιός διηγήθηκε στον Φρέντι τις καινούργιες εξελίξεις κι
εκείνος αποκρίθηκε:
-«Θα είναι μεγάλη μας απώλεια να αποσυρθείτε, αλλά ίσως είναι μια
ευκαιρία να αλλάξετε τη ζωή σας! Έχω πολλές σύγχρονες ιδέες, που θα μπορούσαν
να εφαρμοστούν άνετα! Καλά τα λέω Άγιε;».
-«Λέγε με Μπιλ!».
-«Ωραία Μπιλ, να το γιορτάσουμε με δύο σοκολατένια μελομακάρονα;».
-«Αυτά είναι κομμένα για μένα! Θα το γιορτάσουμε με λίγο κρασάκι. Τώρα,
που είναι μεσημέρι, μπορώ να πιω, αν και δε θυμάμαι αν ο γιατρός μου είπε 1 ανά
τρεις ημέρες ή τρία ανά ημέρα».
-«Μήπως χρειάζεσαι, Μπιλ, και χαπάκι για τη μνήμη;».
-«Χα, χα. Θα κοιτάξω τη συνταγή, αλλά έτσι κι αλλιώς δε βλάπτει ένα
ποτηράκι!».
Τσουγκρίσανε τα ποτήρια
τους, που ήταν γεμάτα με κόκκινο, γλυκό κρασί κι ευχηθήκανε να πάνε τα πράγματα
καλύτερα τόσο στη ζωή του πρώην δωροποιού, αλλά και στην εξέλιξη του
εργοστασίου παιχνιδιών, ώστε να μη χαθεί το χριστουγεννιάτικο πνεύμα.
***
Πέρασαν αρκετοί μήνες και ο Μπιλ εφάρμοσε όλες τις συμβουλές του
ψυχοθεραπευτή του. Τα πράγματα πηγαίνανε καλύτερα, αλλά δε θέλω να σας τα πω
εγώ. Ας τα ακούσουμε από τους ίδιους. Αυτή τη στιγμή ο Φρέντι ενημερώνει τον
Μπιλ για τις εξελίξεις στην παιχνιδούπολη των Χριστουγέννων.
-«Μπιλ είναι όλα τακτοποιημένα. Καταρχήν προσλάβαμε μάνατζερ, ώστε να
διοικούμαστε σωστά. Οι τάρανδοι, πλέον, κάθονται σε ένα στάβλο και
ξεκουράζονται. Αντί γι’ αυτούς, έχουμε υπεύθυνους διανομής με μηχανάκια ή
φορτηγά. Τα περισσότερα ξωτικά αποσυρθήκανε οικιοθελώς, χωρίς καμία αποζημίωση,
και στη θέση τους έχουμε δοκιμαστές και σχεδιαστές σύγχρονων παιχνιδιών, όπως
ψηφιακές παιχνιδομηχανές ή τηλεκατευθυνόμενα. Επιπλέον, δε λαμβάνουμε γράμματα
από μικρά παιδάκια, αλλά δελτία παραγγελιών από τους γονείς τους. Επίσης η
λίστα των καλών και των κακών παιδιών καταργήθηκε και δημιουργήθηκε μια άλλη
στη θέσης της, με τα πλούσια, που είναι καλοί πελάτες, και τα φτωχά, που
απολαμβάνουν τις ωραίες προσφορές μας, όπως το δουλεύουν αμισθί στο εργοστάσιο,
για να πάρουν ένα μικρό δωράκι. Να το θέσω απλά: Ιδιωτικοποιηθήκαμε!».
Ο Μπιλ γελάει και προσθέτει σε όλα αυτά:
-«Έξοχα! Βλέπω πως άφησα ένα παραμυθένιο εργοστάσιο σε ικανά χέρια, που
το μετέτρεψαν σε μια επιχείρηση, που λειτουργεί σαν ελβετικό ρολόι!».
***
Ήταν Δευτέρα μεσημέρι και ο Μπιλ είχε ραντεβού με τον ψυχοθεραπευτή
του. Είχαν ήδη ξεκινήσει το διάλογό τους. Ο Μπιλ είχε το λόγο:
-«Τα πράγματα πηγαίνουνε έξοχα Τζον. Έχω γνωρίσει μια πιτσιρίκα, που με
αναζωογονεί και νιώθω νέος πάλι, αφού το σύνθημα μου είναι τι 30, τι 40, τι 50.
Άσχετα, βέβαια, που εγώ έχω ξεπεράσει τα 80 χρόνια. Επιπλέον, πηγαίνω εκδρομές,
αφού έχω γραφτεί στον ορειβατικό σύλλογο της γειτονιάς μου. Παίρνω τα χάπια μου
συστηματικά και το κυριότερο: Εγώ κάθομαι και άλλοι δουλεύουνε για μένα! Να το
θέσω απλά: Πραγματοποίησα το αμερικάνικο όνειρο. Λίγο αργά, αλλά όπως λέει μια
ελληνική παροιμία: Κάλλιο αργά, παρά ποτέ!».
-«Είναι εμφανείς όλες οι αλλαγές σας. Καταρχήν ξυριστήκατε κι έχετε
χάσει αρκετά κιλά. Επιπλέον, με το συμπάθιο κιόλας, αφήσατε τους ασπροκόκκινους
χιτώνες, που ήταν παλιομοδίτικοι, και φορέσατε τζιν με πουκάμισο, όπως όλος ο
κόσμος. Χαίρομαι πραγματικά για όλες αυτές τις αλλαγές, καθώς θα διαπραγματευτώ
την αμοιβή μου. Τα καλά νέα για εσάς είναι πως θα μειωθεί η φαρμακευτική αγωγή
σας!».
-«Περίφημα!».
Κι έτσι ο πρώην μεγάλος δωροποιός έγινε Μπιλ και ξεπέρασε την κατάθλιψή
του. Παράλληλα, από μυθικός έγινε καθημερινός και απλός. Τα παιδάκια, όμως,
ακόμα πιστεύουνε σε αυτόν, καθώς το παραμύθι δεν πεθαίνει στην καρδιά μας κι
εφόσον είμαι κι εγώ ένα ώριμο παιδί, τα Χριστούγεννα θα βάλω μια κάλτσα στο
καλοριφέρ, αφού τζάκι δεν έχουμε, θα αφήσω ένα μελομακάρονο κι ένα κουραμπιέ
και θα περιμένω το δώρο μου!
Τέλος
14/12/11
Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από έναν διαχειριστή ιστολογίου.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από τον συντάκτη.
Διαγραφή