Το σούρουπο σαν πλησιάζει, η
μέρα πεθαίνει,
το σκότος μοναρχεί, ο ήλιος πια
δεν ανασαίνει,
σε ορφνό υπόγειο ανηλεώς
βυθίζομαι,
τα ματόκλαδά μου κλείνουν κι
όλος συσκοτίζομαι.
Δεν αγαντάρω, ούτε ένα δράμι
δεν παλαίω,
σαν βιρτουόζος τραγωδίας
θλίβομαι και κλαίω,
υπομένω, καθόσον έχω το χρόνο,
σύμμαχο
και πολέμησα γι’ αυτόν τον
άθλο, τον επίμαχο.
Το Έρεβος γεννάει φως, καθώς ο Ζευς
τις μούσες,
μεθάει τον Απόλλωνα κρασί απ’
τις Οινούσσες,
απ’ τις στάχτες μου σα φοίνικας
αναγεννήθηκα,
απ’ τους σκοτεινούς εχθρούς
ποτέ μου δε νικήθηκα.
Σμιλεύω την φωτιά και παίρνει
τη μορφή αιθέρα
και αναπλάθεται σαν
ηλιοφωτισμένη μέρα,
άπειρη ενέργεια χαρίζει κι
εξυψώνομαι,
με θεούς, τιτάνες και αγγέλους,
εξισώνομαι.
Μοσχόπουλος Γεράσιμος 20/07/12
17:31μμ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου