Με δάκρυα και παράπονο τα μάτια μου γεμίσαν ,
το σπίτι μου το πατρικό όταν ξαναντικρίσαν.
Δεν ήταν μέσα σε χωριό , ούτε σε πολιτεία ,
παρά βρισκόταν μοναχό , στην εξοχή αγροικία.
Χρόνια περάσανε πολλά , για να ξαναγυρίσω
ένα άγγιγμά μου απαλό , στους τοίχους του ν ‘αφήσω.
Και σαν πλησίασα κοντά και ένα βήμα κάνω ,
νιώθω ένα δάκρυ να κυλά στους ώμους μου επάνω .
Συγκίνηση μοναδική στα λόγια δεν χωράει ,
τούτη η αγάπη η δυνατή χρόνια πολλά μετράει.
Είχα δώσει υπόσχεση , πίσω πως θα γυρίσω ,
να του κρατήσω συντροφιά , μονάχο μην τ αφήσω.
Τα χόρτα γίνανε θεριά για να το προστατέψουν ,
ο χρόνος και η μοναξιά τα κάλη μην του κλέψουν.
Τα καταφέραν μια χαρά όρθιο να το κρατήσουν ,
τα πονεμένα μάτια μου να το ξαναντικρίσουν.
Βασιλική Κ. Μουργελά
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου